- προκάμηλος
- (procamelus). Γένος οπληφόρων θηλαστικών, που ανήκει στην οικογένεια των καμηλιδών. Το γένος αυτό έχει εκλείψει και τα απολιθωμένα λείψανά του βρέθηκαν μέσα σε ανωμειοκαινικά και πλειοκαινικά στρώματα, κυρίως στις ΗΠΑ. Οι ζωολόγοι θεωρούν τα ζώα αυτά προγόνους της καμήλας.
* * *η, Ν(παλαιοντ.) γένος οπληφόρων θηλαστικών τα οποία έχουν εκλείψει και τών οποίων απολιθώματα ανακαλύφθηκαν σε στρώματα τού άνω μειοκαίνου και τού πλειοκαίνου.
Dictionary of Greek. 2013.